φενταγίν

φενταγίν
οι, Ν
1. ονομασία τών μελών διαφόρων θρησκευτικών ή πολιτικών και παραστρατιωτικών ομάδων τής Μέσης Ανατολής
2. ονομασία τών Αιγυπτίων και Παλαιστινίων καταδρομών που διενεργούσαν επιδρομές στο έδαφος τού Ισραήλ και τών οποίων η δράση αποτέλεσε μια από τις αφορμές τών αραβοϊσραηλινών πολέμων.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. γαλλ. fedayin < αραβ. fida'iyyun, πληθ. τού fida'i «αυτοθυσιαζόμενος»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”